Τρίτη 31 Αυγούστου 2010

Luther Blisset - Εκκλησιαστής

Στρασβούργο, 3 Δεκεμβρίου 1527

Την πρωτοαντικρίζω στον κήπο του τεράστιου σπιτιού του κυρίου Βάις. Πίσω από μία κολόνα, χωρίς να με βλέπει, παρατηρώ το ευγενικό προφίλ της, τα πυκνά μαλλιά της που τα ‘χει λυτά, τα λεπτά δάχτυλα στην άκρη της γούρνας.
Ένας γάτος τρίβεται στο φουστάνι της. Τα χάδια της μοιάζουν να είναι οι επαναλαμβανόμενες κινήσεις μιας τελετουργίας και τα μουρμουριστά λόγια σαν λόγια ιεροτελεστίας. Υπάρχει κάτι αλλόκοτο στις κινήσεις της, μια ανεμελιά ανεπιτήδευτη, απίθανη και γοητευτική.
Βγαίνω απ’ την κρυψώνα μου στο φως που πέφτει από ψηλά, μα πίσω από την πλάτη της, χωρίς να με βλέπει. Καθώς γλιστράω ξυστά από δίπλα της, μου ‘ρχεται αυτή η έντονη γυναικεία ευωδιά, αυτό το μεθυστικό μείγμα από λεβάντα και εκκρίσεις, αυτό το σταυροδρόμι μεταξύ ουρανού και γης, κόλασης και παραδείσου, που μέσα σε μία στιγμή μας συνεπαίρνει και μας ανασταίνει.
Γεμίζω τα ρουθούνια μου και την παρατηρώ από κοντά.
Μια χλιαρή φωνή:
-         Σε μεθάει η περίοδος άνθρωπέ μου;
Γυρνάει αργά προς το μέρος μου, με μαύρα λαμπερά μάτια.
Εγώ εμβρόντητος:
-         Η μυρωδιά σου…
-         Είναι η μυρωδιά των ευτελών πραγμάτων: της κοπριάς που ανασκαλεύεται, των εκκρίσεων του σώματος, του αίματος, της μελαγχολίας.
Βουτάω το χέρι μου στη γούρνα με το παγωμένο νερό. Τα μάτια της τραβάνε το βλέμμα μου. Το στόμα της είναι μια παράξενη καμπύλη, χαραγμένη πάνω στο ωοειδές πρόσωπο.
-         Της μελαγχολίας είπες;
Κοιτάζει το γάτο.
-         Ναι. Έτυχε να δεις τον πίνακα του δασκάλου Ντίρερ;
-         Έχω δει το Imitatio Christi, τον ζωγραφικό κύκλο πάνω στην Αποκάλυψη…
-         Όχι όμως το μελαγχολικό άγγελο. Ειδεμή θα ήξερες πως είναι γυναίκα.
-         Τι είπες;
-         Έχει γυναικεία χαρακτηριστικά. Η μελαγχολία είναι γυναίκα.



Τρίτη 24 Αυγούστου 2010

Ηδονή της γυναίκας

Αυτό που είναι – η ανατροπή κάθε διάρκειας ακόμη και της παροξυσμικής – διευρύνει τα όρια αυτού που μπορούν να πουν οι λέξεις: όριο κάθε γλώσσας, όριο κάθε σωματικότητας. […]

Οι σπασμοί της αγαπημένης δεν έχουν την τραχιά βεβαιότητα του αντρικού σπέρματος, έχουν αυτό το συσπασμένο πρόσωπο που υπό το κράτος ενός ανυπόφορου συγκλονισμού, δε με βλέπει πια, αυτό το πρόσωπο που δε μπορώ να το πιάσω με το βλέμμα μου, όπως στον ύπνο, αυτό το φλογισμένο δέρμα που κολλάει πάνω μου ή με αποφεύγει, αυτό το ιλιγγιώδες μπαλέτο των ποδιών, των χεριών, των φιλιών, που με σφίγγει, με απωθεί, απελπίζεται από την επαφή μου, αυξάνεται από την απόστασή μου, μου λέει χίλια δυο πράγματα που δεν καταλαβαίνω και δε μου λέει ποτέ παρά αυτό: δεν είμαι εκεί που είσαι εσύ, σπαρταράω εκεί που εσύ μόλις ανατριχιάζεις, για μένα δε θα έχεις ποτέ ούτε καθαρή εικόνα ούτε σαφή αντίληψη γιατί δεν είμαι τίποτε μέσα στους όρους που καταλαβαίνεις. […]

Όλα αποσυνδέονται, διαλύονται, γίνονται σύμφωνα, ρευστά, διάφορα˙ ρήξη των ρυθμών, παραβιάσεις άγριες, νέοι τονισμοί που ξυπνούν αισθήματα εφήμερα και οι δυνάμεις απελευθερωμένες επιτέλους στην πρωτόγονη έντασή τους, δίνουν την ευκαιρία για νέες συσπειρώσεις, νέες οργανώσεις: οι δυνάμεις δε διαρρέουν όπως στον άντρα, διαχέονται μέσα στους μυς, στα οστά, το σκελετό˙ η απελευθέρωσή τους δε βάζει τέλος στη διέγερση, τη μεταφέρει, τη διοχετεύει, τη στέλνει ως την πιο μακρινή γωνία, η ηδονή της γυναίκας αρχίζει εκεί που τελειώνει η ηδονή του άντρα. […]

Ο άντρας ζητάει από τη γυναίκα σημάδια ξεκάθαρα, αυτό που θέλει να εντοπίσει μέσα της είναι το απλό σχήμα της έντασης και της εκφόρτισης. Και βέβαια πολλές φορές η γυναικεία ηδονή μπορεί να αντιγράψει την αντρική εκσπερμάτωση, να διοχετευτεί σε δυναμικά καλούπια που δεν την εκπροσωπούν. Όμως αυτή η φαινομενική υποδούλωση στην οικονομία ενός άλλου σώματος δεν είναι παρά μια μάσκα που τροφοδοτεί, μέσα από μια ψευδή ομοιότητα, άλλες μορφές πιο δικές της, άλλες μηχανές που προβάλλουν πίσω από τις πρώτες, που ξεφεύγουν από την κανονιστική τους ρύθμιση και τις εγκαταλείπουν όπως εγκαταλείπει κανείς έναν παλιωμένο ρόλο.[…] ο άντρας δυσκολεύεται να ανεχθεί αυτήν την παράβαση μιας ομοιομορφίας που τη θεωρεί δεδομένη: πελαγωμένος από τις τόσες «διάχυτες αισθήσεις», αυτό που τον ενοχλεί στη γυναίκα είναι η έλλειψη μιας κεντρικής και μοναδικής αίσθησης και νοσταλγεί την ύπαρξη μιας φανερής σφραγίδας που θα τα έδειχνε και θα τα συνόψιζε όλα, όπως συμβαίνει και σ’ αυτόν. […] αλλά τουλάχιστον να μπορούσε αυτές τις κορυφώσεις της να τις αναγνωρίσει, να τις ταξινομήσει, να τις αριθμήσει, μ’ ένα λόγο να τις δει […] 

Πασκαλ Μπρυκνερ/ Αλεν Φινκελκρο
Η Νέα Ερωτική Αναρχία

Πέμπτη 19 Αυγούστου 2010

A Perfect Circle- Counting Bodies Like Sheep



Counting bodies like sheep
To the rhythm of the war drums

Αναζητώντας το χαμένο χρόνο

Ήταν το Τέλμα του Διαβόλου, το Φρανσουά λε Σαμπί, η Μικρή Φαντέτ και Οι Καμπανοκρούστες. Η γιαγιά μου, καθώς έμαθα αργότερα, είχε αρχικά διαλέξει τα ποιήματα του Μυσσέ, έναν τόμο του Ρουσσώ και την Ινδιάνα˙ γιατί ενώ θεωρούσε τα φτηνά αναγνώσματα το ίδιο βλαβερά όσο τις καραμέλες και τα γλυκά, δεν πίστευε πως οι μεγάλες πνοές της μεγαλοφυΐας θα είχαν στο πνεύμα ενός παιδιού μιαν επίδραση πιο επικίνδυνη και λιγότερο τονωτική απ’ ότι πάνω στο κορμί του το ύπαιθρο και ο καθαρός αέρας. Όμως επειδή ο πατέρας μου τη χαρακτήρισε σχεδόν τρελή σαν έμαθε τα βιβλία που ήθελε να μου χαρίσει, επέστρεψε ι ίδια στο βιβλιοπωλείο του Ζουί-λε-Βικόντ για να μην τύχει και χάσω το δώρο μου […] κι έτσι περιορίστηκε στα τέσσερα αγροτικά μυθιστορήματα της Γεωργίας Σάνδη. «Κόρη μου», έλεγε στη μαμά, «δε μπορώ να δεχτώ να δώσω σ\ αυτό το παιδί κάτι κακογραμμένο.»
Πραγματικά, δε δεχόταν ποτέ ν’ αγοράσει κάτι που δεν θα μπορούσε να προσφέρει μία πνευματική ωφέλεια, και κυρίως αυτήν που μας παρέχουν τα ωραία πράγματα καθώς μας διδάσκουν ν’ αναζητούμε τις απολαύσεις μας έξω απ’ τις ικανοποιήσεις του πλούτου και της ματαιότητας. Ακόμα κι όταν έπρεπε να προσφέρει σε κάποιον ένα δώρο, καθώς λένε, χρήσιμο, όταν έπρεπε να χαρίσει μία πολυθρόνα, ένα σερβίτσιο, ένα μπαστούνι, γύρευε να βρει «αντίκες», λες και, αφού από την αχρηστία είχαν χάσει το χαρακτήρα της ωφελιμότητας, ήταν στη διάθεσή μας πιότερο για να μας διηγηθούν τη ζωή ανθρώπων μιας άλλης εποχής παρά να εξυπηρετήσουν τις απαιτήσεις της δικής μας. Θα της άρεσε να ‘χα στο δωμάτιό μου φωτογραφίες από τα ωραιότερα μνημεία και τοπία. Τη στιγμή όμως που ήταν να τις αγοράσει, και μόλο που το θέμα τους είχε αισθητική αξία, έβρισκε πως η χυδαιότητα και η χρησιμότητα έπαιρναν πάλι γρήγορα τη θέση τους στο μηχανικό τρόπο της αναπαράστασης, τη φωτογραφία. Προσπαθούσε να βρει ένα τέχνασμα ώστε, αν δε μπορούσε να εξαφανίσει την εμπορική χυδαιότητα, τουλάχιστον να την περιορίσει, να την υποκαταστήσει, σε μεγάλο ποσοστό, πάλι με την τέχνη, να προσφέρει επάλληλα «στρώματα» τέχνης: αντί για φωτογραφίες με τον καθεδρικό ναό της Σάρτρ, τα σιντριβάνια του Σαιν-Κλου, το Βεχούβιο, ζητούσε να μάθει απ’ τον Σουάν μήπως κάποιος μεγάλος ζωγράφος τα είχε αναπαραστήσει και προτιμούσε να μου δώσει φωτογραφίες απ’ τον καθεδρικό ναό της Σαρτρ ζωγραφισμένο απ’ τον Κορό, τα σιντριβάνια του Σαιν-Κλου απ’ τον Υμπερ Ρομπέρ, το Βεζούβιο από τον Τέρνερ, γιατί έτσι είχαν ένα πρόσθετο βαθμό τέχνης. Όμως ενώ είχε παραμερίσει το φωτογράφο απ’ την αναπαράσταση του αριστουργήματος ή της φύσης και τον είχε αντικαταστήσει μ’ ένα μεγάλο καλλιτέχνη, ο φωτογράφος έκανε πάλι την εμφάνισή του στην αναπαραγωγή αυτής της ερμηνείας. Μόλο που είχε κατορθώσει να περιορίσει όσο γινόταν την εμπορική χυδαιότητα, η γιαγιά μου προσπαθούσε να την περιορίσει κι άλλο. Ρωτούσε τον Σουάν μήπως το έργο είχε αποδοθεί σε χαρακτική και προτιμούσε, όταν ήταν δυνατό, παλιές γκραβούρες που είχαν πρόσθετο ενδιαφέρον πέρα απ’ την ίδια τους την αξία, όπως, ας πούμε, οι γκραβούρες που παριστάνουν ένα αριστούργημα σε μία κατάσταση στην οποία δε μπορούμε να το δούμε πια (παράδειγμα η γκραβούρα του Μυστικού Δείπνου του Λεονάρντο από τον Μογκέν, πριν χάσει τη λάμψη του).


Marcel Proust

Τρίτη 17 Αυγούστου 2010

Η πιο ζεστή μέρα

Σήμερα (λέει) θα είναι η πιο ζεστή μέρα του φετινού καλοκαιριού, γι' αυτό παραθέτω κάτι εξαιρετικά επίκαιρο για να μας δροσίσει!


Το πιο καλόγουστο δέντρο του 2008!
(photo by makis)

Δευτέρα 16 Αυγούστου 2010

Τσαρλς Μπουκοφσκι

5. αέρια

Η γιαγιά μου είχε σοβαρό πρόβλημα με τα αέριά της.
Τη βλέπαμε μόνο την Κυριακή.
Καθόταν στο τραπέζι
Και πόρδιζε.
Ήταν πολύ βαριά,
Κι ογδοντάχρονη.
Φορούσε μια μεγάλη γυάλινη καρφίτσα, αυτό ήταν που πρόσεχες πάνω απ’ όλα
Εκτός απ’ τα αέρια.
Την αμόλαγε την ώρα που σερβιριζόταν το φαγητό.
Την αμόλαγε ηχηρά, με εκρήξεις
Ανά ένα λεπτό περίπου.
Την αμόλαγε
Τέσσερις ή πέντε φορές
Μέχρι να σερβιριστούμε πατάτες
Να βάλουμε στα πιάτα μας τη σάλτσα
Να κόψουμε το κρέας.

Κανείς δεν είπε ποτέ τίποτα, 
Ιδίως εγώ.
Ήμουν μονάχα έξι ετών.
Μόνο η γιαγιά μου μίλαγε.
Ύστερα από τέσσερις ή πέτνε ριπές
Αναφωνούσε με αυταρχικό ύφος,
«θα σας θάψω όλους!»

Δε μου πολυάρεσε αυτό:
Πρώτα οι κλανιές
Κι έπειτα οι δηλώσεις.

Συνέβαινε κάθε Κυριακή.
Ήταν η μητέρα του πατέρα μου.
Κάθε Κυριακή είχαμε κουβέντες για θανατικά, πορδές, 
Πουρέ και σάλτσα κρέατος
Καθώς κι εκείνη τη μεγάλη γυάλινη καρφίτσα.

Τα κυριακάτικα τραπέζια
Τέλειωναν πάντα με μηλόπιτα και
Παγωτό
Και μ’ ένα χοντρό τσακωμό
Πότε για το ένα και πότε για το άλλο,
Στο τέλος, η γιαγιά έφευγε τρέχοντας
Έπαιρνε το κόκκινο τρένο για να γυρίσει στην 
Πασαντίνα
Το σπίτι βρώμαγε επί μία ώρα
Κι ο πατέρας μου τριγυρνούσε
Κουνώντας την εφημερίδα στον αέρα και
Μονολογώντας, «Φταίει το αναθεματισμένο λάχανο
Τουρσί
Που τρώει!»

Τρίτη 3 Αυγούστου 2010

John Milton - Paradise Lost

What though the field be lost? [ 105 ]
All is not lost; the unconquerable Will,
And study of revenge, immortal hate,
And courage never to submit or yield:
And what is else not to be overcome?
That Glory never shall his wrath or might [ 110 ]
Extort from me. To bow and sue for grace
With suppliant knee, and deifie his power,
Who from the terrour of this Arm so late
Doubted his Empire, that were low indeed,
That were an ignominy and shame beneath [ 115 ]
This downfall;since by Fate the strength of Gods
And this Empyreal substance cannot fail,
Since through experience of this great event
In Arms not worse, in foresight much advanc't,
We may with more successful hope resolve [ 120 ]
To wage by force or guile eternal Warr
Irreconcileable, to our grand Foe,
Who now triumphs, and in th' excess of joy
Sole reigning holds the Tyranny of Heav'n. 

for the mind and spirit remains
Invincible, and vigour soon returns, [ 140 ]
Though all our Glory extinct, and happy state
Here swallow'd up in endless misery.