Δευτέρα 27 Σεπτεμβρίου 2010

Ο Χιζίρης

Μία φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλιάς. Μια μέρα λοιπόν βγάζει τελάληδες και λέει στους υπηκόους του:
- Όποιος μου βρει και μου φέρει το Χιζίρη θα του κάνω ό,τι μου ζητήσει.
Ποιος μπορούσε όμως να βρει το Χιζίρη; Γιατί ο Χιζίρης κατέβαινε στον κόσμο μόνο μία φορά το χρόνο στη γιορτή του Χιντρελέζ˙ και δεν φτάνει μόνο αυτό, μα σαν κατέβαινε παρουσιαζόταν μονάχα στους καλόψυχους ανθρώπους! Κι όποιος τον έβλεπε μπροστά του του ζητούσε ό,τι επιθυμούσε. Κι ο Χιζίρης εκτελούσε αμέσως την επιθυμία του. Πώς ήταν λοιπόν μπορετό να βρούνε το Χιζίρη μόνο και μόνο επειδή το θέλησε ο βασιλιάς…
Ένας από τους υπηκόους του βασιλιά, με μεγάλη οικογένεια, ζούσε πολύ φτωχικά. Μόλις και τα φέρνανε βόλτα˙ πολλές φορές μάλιστα πέφτανε νηστικοί στο κρεβάτι. Σαν άκουσε λοιπόν την επιθυμία του βασιλιά λέει στη γυναίκα του:
- Έτσι κι αλλιώς όλοι εδώ θα πεθάνουμε της πείνας. Θα πάω στο βασιλιά και θα του πω ότι εγώ μπορώ να βρω το Χιζίρη. Θα του ζητήσω σαράντα μέρες καιρό και πολλά λεφτά που θα φτάσουνε να ζήσετε καλά για όλη τη ζωή σας. Ύστερα από τις σαράντα μέρες…για με κρεμάσει ο βασιλιάς για με κάψει, το ίδιο μου κάνει. Φτάνει που θα ‘χετε γλιτώσει εσύ και τα παιδιά από την πείνα.
Η γυναίκα αγαπούσε πολύ τον άντρα της. Και τι δεν έκανε για να τον καταφέρει ν’ αλλάξει γνώμη. Του κάκου όμως. Ο άντρας της είχε πάρει την απόφασή του. Παρουσιάζεται λοιπόν στο βασιλιά και του λέει:
- Βασιλιά μου, εγώ θα σου βρω και θα φέρω εδώ μπροστά σου το Χιζίρη. Χρειάζομαι όμως σαράντα μέρες καιρό και αρκετά λεφτά για την οικογένειά μου.
Ο βασιλιάς δίνει διαταγές στους ανθρώπους του. Κι ο καλός μας άνθρωπος, με τα λεφτά που πήρε, έκανε προμήθειες σαράντα ολόκληρες μέρες σε τρόφιμα κι άλλα χρειαζούμενα για το σπίτι του.
Στις σαράντα πάνω ο βασιλιάς φωνάζει τον άνθρωπό μας:
- Βρήκες το Χιζίρη; τον ρωτάει.
- Όχι βασιλιά μου, του απαντάει εκείνος. Κι αν θες την αλήθεια δεν πρόκειται να τον βρω ποτέ. Σου είπα ψέματα, αφέντη μου, για να γλιτώσω την οικογένειά μου από την πείνα.
Ο βασιλιάς θύμωσε πολύ κι αποφάσισε να τον τιμωρήσει. Τι τιμωρία θα του έβαζε θα τ’ αποφάσιζε με τους βεζίρηδές του. Ρωτάει λοιπόν τον πρώτο:
- Πώς να τιμωρήσουμε τούτονε δω που τόλμησε να ξεγελάσει το βασιλιά;
- Να τον κόψουμε σε σαράντα μικρά κομματάκια και να κρεμάσουμε κάθε κομμάτι στο τσιγκέλι του χασάπη, απαντάει εκείνος.
Ακριβώς εκείνη τη στιγμή όμως βλέπουνε ξαφνικά μπροστά τους ένα παιδάκι που τους λέει:
- Ο καθένας με την τέχνη του.
Ο βασιλιάς, που δεν κατάλαβε τι σημαίνανε τα λόγια του παιδιού, ρωτάει το δεύτερο βεζίρη του:
- Εσύ πώς λες να τιμωρήσουμε τούτονε δω τον άνθρωπο που τόλμησε να ξεγελάσει το βασιλιά;
- Να τον γδάρουμε και να γεμίσουμε το τομάρι του με άχυρο, απαντάει ο δεύτερος.
Και το παιδάκι που παράστεκε:
- Ο καθένας με την τέχνη του, ξαναλέει.
Ο βασιλιάς όμως ρωτάει τώρα και τον τρίτο βεζίρη του:
- Εσύ τι λες;
Και ο τρίτος:
- Τι να σου πω βασιλιά μου. Η αιτία που είπε ψέματα τούτος εδώ ο ανθρωπάκος είναι η πείνα. Σαν έχεις λίγη συμπόνια και καλοσύνη μέσα σου, πρέπει να τον συγχωρέσεις.
Και το παιδάκι:
- Ο καθένας με την τέχνη του, ξαναλέει.
Ο βασιλιάς τούτη τη φορά δεν άντεξε:
- Ποιος είσαι συ; Από πού ξεφύτρωσες; το ρωτάει. Όλο «ο καθένας με την τέχνη του» μας κοπανάς. Τι θες να πεις λοιπόν;
Τότε το παιδάκι αρχίζει και λέει:
- Θέλω να πω, βασιλιά μου, πως ο πρώτος σου βεζίρης, πριν τον πάρεις στην υπηρεσία σου, ήτανε χασάπης. Ζήτησε λοιπόν τιμωρία κατά την τέχνη του. Κι ο δεύτερος, πριν γίνει βεζίρης σου, ήτανε παπλωματάς. Κι αυτός ζήτησε τιμωρία κατά την τέχνη του. Ο τρίτος, όμως, πριν γίνει βεζίρης σου, ήτανε δούλος και ξέρει πολύ καλά τι θα πει φτώχεια, τι θα πει πείνα. Γι’ αυτό ζήτησε να συγχωρέσεις των ανθρωπάκο. Αν θες τώρα να μάθεις για μένα, είμαι ο Χιζίρης που ζητούσες˙ που παρουσιάζομαι μόνο στους καλούς ανθρώπους. Εδώ βέβαια δεν ήρθα για σένα και τους δύο βεζίρηδές σου, μα γι’ αυτόν το φτωχό άνθρωπο και τον τρίτο βεζίρη σου. Άφησε λοιπόν ελεύθερο τον ανθρωπάκο˙ όπως σου ‘χε υποσχεθεί μ’ έφερε εδώ, μπροστά σου.
Κι ο Χιζίρης, σαν να ‘ταν σίγουρος ότι ο βασιλιάς δεν θα τολμήσει να πειράξει τον άνθρωπό μας και τον τρίτο βεζίρη του, ξεμάκρυνε απ’ το παλάτι κουνώντας χαρούμενα τα χέρια του.


Ναζίμ Χικμέτ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου